Δευτέρα, Απριλίου 18, 2016

χωρίς τίτλο

Η αδερφή μου μικρή φοβόταν το σκοτάδι. Η μάνα άναβε, θυμάμαι, το φως της αποθήκης και απ' τη μισάνοιχτη πόρτα ερχόταν το φωτεινό τρίγωνο μες το δωμάτιό μας. Κι η αδερφή μου κοιμόταν. Κι εγώ δεν κοιμόμουν, γιατί το φως μ' ενοχλεί. Σκεφτόμουν, λοιπόν, μες την ησυχία εκείνη ότι όλοι μια μέρα θα πεθάνουμε. Θα γεράσουμε και θα πεθάνουμε. Πολύ αισιόδοξες σκέψεις για παιδί 5 χρονών, μπράβο μου.

Άντε μετά να μεγαλώσεις και να την παλεύεις σαν άτομο.

Μετά, θυμάμαι, είχα ρωτήσει τη μάνα μου ποιο είναι το νόημα του να διαβάζουμε και να πηγαίνουμε σχολείο, αφού όλοι μια μέρα θα πεθάνουμε. Καημένοι μεγάλοι, τι ακούν απ' τα μικρά. Το κακό είναι ότι δε θυμάμαι τι μου απάντησε.

---

Είδα χτες το Le tout nouveau testament. Ακολουθεί μικρό spoiler:

Σύμφωνα, λοιπόν, με την ιστορία, μια μέρα όλοι οι άνθρωποι λαμβάνουν ένα sms που τους λέει πόσος καιρός τους μένει για να ζήσουν ακόμη. Αναρωτιόμουν αν θα άλλαζε κάτι αν συνέβαινε αυτό σε μένα. Ακόμη αναρωτιέμαι.

----

Έχει δυο τρεις μέρες που έχει λυσσάξει στη βροχή. Μερικές φορές νομίζω ότι η βροχή έρχεται ακόμη κι από κάτω. Μετά θυμάμαι τη βροχή του Forest Gump - ευτυχώς εδώ σταματάει σύντομα. Και μετά τη βροχή από κάτω του Θανάση.


Η μόνη παρήγορη σκέψη όταν βρέχει είναι το πώς μοιάζουν οι πόλεις από ψηλά. Η σκέψη αυτή πάντα με ηρεμούσε. Ποτάμια από χρωματιστές ομπρέλες κυλάνε παντού. Και μερικές τυχερές, γίνονται ιπτάμενες. Γκρίζες πόλεις που τις βρέχουν χρωματιστά ποτάμια από ομπρέλες. Ναι.

---

Καλοκαίριασε, λέει, στην Ελλάδα. Μια βόλτα ρε στην παραλία. Αυτό που με ξενερώνει εδώ είναι ότι δεν έχει θάλασσα τόσο κοντά - νησί να σου πετύχει. Στην Κοπεγχάγη ακόμη και το χειμώνα πήγαινα μια βόλτα μέχρι το τέλος της Hambros Alle. Industrial silence, βέβαια το χειμώνα, αλλά δε βαριέσαι. Αρκεί να περνάει η αιωνιότητα. Εμείς κι οι Madrugada. Αρκεί να περάσεις ένα χειμώνα στη Σκανδιναβία για να καταλάβεις γιατί γράφουν τέτοια μουσική κι ένα καλοκαίρι για να καταλάβεις γιατί αξίζει.

---

Έχει κάνα δύο βδομάδες που ξέθαψα πάλι τους σΝ. Ξέθαψα δεν είναι το σωστό ρήμα, αλλά είναι λίγο αργά και είμαι κουρασμένη. Ωραία σαν μουσική πόλης. Μετά όμως, όταν ακούω το Αστραλόν θυμάμαι Θεσσαλονίκη. Είμαι στο Farrington και σκέφτομαι την ταράτσα στη Θεσσαλονίκη. Μετά γελάω μόνη μου γιατί είμαι και η μόνη λογικά. Μετά ακούω τον Ασύρματο Κόσμο και θυμάμαι αυτά που σκεφτόμουν παιδί και σκέφτομαι μια σοφή κουβέντα που είπε κάποτε, κάποιος "Ό,τι σε χαλάει, να το κόβεις".

Κάπως έτσι έκοψα τη βαριά κουλτούρα στο σινεμά. Μου έλειψε κάπως.


Δεν υπάρχουν σχόλια: