Ησυχία.
Ήλιος, ίδια πληγή, στον καθαρό ουρανό.
Η Οικογένεια.
Κάποιοι συγγενείς.
Ένας χρόνος χωρίς τη γιαγιά.
Κι όμως, με κάποιο τρόπο βρίσκεται ακόμη εδώ.
Ως ανάμνηση, στο παρόν, στο μέλλον.
Ως πρωταγωνίστρια, στο παρελθόν.
Ο θίασος της, χωρισμένος στα δύο.
Ακόμη και χωρίς τον παράδεισο, εκείνη βρίσκεται ακόμη εδώ.
Ξυπόλητη στα γρασίδια του Κομάνου, κάτω απ' τη Μουριά.
Πλένει μούρα μέσα στο πιάτο με τα γαλάζια λουλούδια.
Μεγαλώνει παιδιά και εγγόνια.
Μικραίνει η ίδια.
Τόσο που τα παιδιά γίνονται γονείς και τα εγγόνια, παιδιά.
Οι εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη.
Έπειτα φως.
Σιωπή.
Αυτό το ταξίδι ποτέ δε θα τελειώσει . . .
Αντίο, γιαγιά.
Ξανά.
Ήλιος, ίδια πληγή, στον καθαρό ουρανό.
Η Οικογένεια.
Κάποιοι συγγενείς.
Ένας χρόνος χωρίς τη γιαγιά.
Κι όμως, με κάποιο τρόπο βρίσκεται ακόμη εδώ.
Ως ανάμνηση, στο παρόν, στο μέλλον.
Ως πρωταγωνίστρια, στο παρελθόν.
Ο θίασος της, χωρισμένος στα δύο.
Ακόμη και χωρίς τον παράδεισο, εκείνη βρίσκεται ακόμη εδώ.
Ξυπόλητη στα γρασίδια του Κομάνου, κάτω απ' τη Μουριά.
Πλένει μούρα μέσα στο πιάτο με τα γαλάζια λουλούδια.
Μεγαλώνει παιδιά και εγγόνια.
Μικραίνει η ίδια.
Τόσο που τα παιδιά γίνονται γονείς και τα εγγόνια, παιδιά.
Οι εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη.
Έπειτα φως.
Σιωπή.
Αυτό το ταξίδι ποτέ δε θα τελειώσει . . .
Αντίο, γιαγιά.
Ξανά.