Η πρώτη ταινία που θυμάμαι να βλέπω στο σινεμά ήταν το "Σινεμά ο Παράδεισος". Πρέπει να ήταν το '89. Όπως όλες οι οικογένειες έχουν ένα έργο τέχνης-σημείο αναφοράς, άλλοι τις "Μέρες Ραδιοφώνου" του Γούντυ Άλλεν, άλλοι το "Τρίτο Στεφάνι" του Ταχτσή ή την "Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα" της Άλκης Ζέη, έτσι κι εμείς είχαμε πάντα αυτή την ταινία (και το Τρίτο Στεφάνι-εννοείται).
Μέσα στις ατέλειες της, που δεν έχει την καλύτερη σκηνοθεσία ή τον καλύτερο φωτισμό που θα μπορούσε, αυτή η ταινία είναι ένας ύμνος στην ατελείωτη, αιώνια αγάπη για το σινεμά. Και που επειδή είναι η πρώτη, τουλάχιστον για μένα, δεν ξεχνιέται.
Πέρασαν 7 χρόνια και κάτι που έφυγα για το πρώτο μεγάλο Ταξίδι και τελικά αυτά που έχουν μείνει εξακολουθούν να είναι τόσο μα τόσο έντονα.
Έτσι απόψε έχω στο νού μου μια νύχτα στη μακρινή Tarbes, ένα μέρος ξεχασμένο από πολλούς - αλλά με καταπληκτικά moules-frites σ' ένα ξεχασμένο καταγώγιο. Και μερικούς φίλους του εξαμήνου.
Μια βραδιά στο λούκι, ο Daniel βάζει να παίξει το παρακάτω κομμάτι. Οι φοιτητικές εστίες που μας φιλοξενούν εκείνη τη βραδιά είναι σαν καράβι μες την καταιγίδα. Το κτίριο 13όροφο κι εμείς, εκεί! Πάρτυ στον 13ο όροφο!
Η Έρη μου λέει κάπου ενδιάμεσα "να προσέχεις τι εύχεσαι". Μεγάλες αλήθειες λέγονται εκείνα τα βράδια μέσα σε καπνούς και καλό γαλλικό κρασί.
It was down by old Joe's barroom, on the corner of the square
They were serving drinks as usual, and the usual crowd was there
On my left stood Big Joe McKennedy, and his eyes were bloodshot red
And he turned his face to the people, these were the very words he said
I was down to St. James infirmary, I saw my baby there
She was stretched out on a long white table,
So sweet, cool and so fair
Let her go, let her go, God bless her
Wherever she may be
She may search this whole wide world over
Never find a sweeter man as me
When I die please bury me in my high top Stetson hat
Δάκρυα κυλάνε στη σκέψη της ενέργειας που κάποτε ξοδεύτηκε χωρίς -όπως αποδείχτηκε- ιδιαίτερο λόγο.
Τα δάκρυα αιωρούνται για λίγο αναποφάσιστα κι ύστερα πετάνε ψηλά προς τον ουρανό αντί να ακολουθήσουν τις προσταγές της βαρύτητας. Έτσι μ'αρέσει να σκηνοθετώ τη θλίψη μου.
Πετάνε ψηλά μέχρι που δε φαίνονται πια. Βρίσκουν τ'αστέρια, το μόνο φως που δε με πρόδωσε ποτέ.
Νιώθω τα απομεινάρια της ενέργειας που δεν πρόλαβε να ξοδευτεί για εκείνο τον μη ιδιαίτερο λόγο να καίνε τις άκρες των δακτύλων μου.
Πόση δύναμη ξαφνικά με κατακλύζει.
Μίλια μακρυά νιώθω τα πινέλα μου να στριφογυρίζουν μες τα ποτήρια τους. Κυλάνε και πέφτουν με θόρυβο στο πάτωμα, γίνονται χίλια κομμάτια.
Ελέγχω και τα δάκρυα τώρα. Μπορώ να τα κάνω να επιστρέψουν στα μάτια μου, χωρίς να γυρίσω πίσω το χρόνο. Αλλά δεν έχει πια σημασία. Ας ταξιδέψει η θλίψη μου μακριά.
Κοιτάω ψηλά το μόνο φως που δε με πρόδωσε ποτέ. Χαμογελάω στ'αστέρια με μάτια που γυαλίζουν.