Κάποτε ο Άμλετ αναρωτιόταν:
"To be, or not to be, that is the question:
Whether 'tis Nobler in the mind to suffer
The Slings and Arrows of outrageous Fortune,
Or to take Arms against a Sea of troubles,
And by opposing end them"
(που σε ελεύθερη μετάφραση για τους μη αγγλομαθείς είναι πάνω - κάτω:
"Να ζει κανείς ή να μη ζει- ιδού η απορία:
Τι είναι ευγενέστερο για το πνεύμα, να υποφέρεις
λιθοβολισμούς και βέλη άδικης τύχης, ή
να επαναστατείς ενάντια σ' ένα πέλαγο βάσανα
και με την επίθεση αυτή να τους δώσεις τέλος;")
Παραφράζοντας την πασίγνωστη φράση "να ζει κανείς ή να μη ζει" αναρωτιέμαι αν θα 'πρεπε να φύγει κανείς ή να μη φύγει από τη χώρα του, προκειμένου να ζήσει. Όχι απλά να υπάρχει, αλλά να ζήσει αξιοπρεπώς. Αναφέρομαι προφανώς στο αλλεπάλληλο κύμα μετανάστευσης των νέων (η περίφημη εξαγωγή μυαλών) που παρατηρείται σήμερα στην Ελλάδα.
Κάποιοι φίλοι μου λένε πως δε γίνεται να φύγουμε όλοι, πως πρέπει κάποιοι να μείνουμε για να βοηθήσουμε τη χώρα να ορθοποδήσει. Με την άποψή τους αυτή, δε μπορώ να διαφωνήσω, όπως δε μπορώ επίσης να την ασπαστώ. Μέχρι να ορθοποδήσει η χώρα -αν ποτέ συμβεί αυτό- θα περάσουν σίγουρα πολλά χρόνια. Είκοσι ή τριάντα. Τότε, όμως, θα κοντεύω τα πενήντα. Και μετά αναρωτιέμαι: "Και εγώ πότε θα ζήσω; Πότε θα ζήσω έτσι όπως ονειρεύτηκα;" Όπως τόσοι και τόσοι συγγενείς, φίλοι, συνάδελφοι, δεν ανέχομαι να κάνουν εκπτώσεις στα όνειρά μου. Ακούω όλους αυτούς που εξακοντίζουν ύβρεις προς πάσα κατεύθυνση. Πλέον, τίποτε δε μπορεί να αντιμετωπιστεί σουρεαλιστικά και η σάτιρα δεν ανακουφίζει ούτε σώζει κανέναν. Ούτε επίσης η άρνηση. Φτάσαμε σε σημείο που ούτε καν η δράση δεν έσωσε κανέναν.
Σου απαντώ νοερά, Άμλετ, πως τα χέρια μας είναι δεμένα. Και αυτός ο δεσμός δε θα λυθεί με μια σπαθιά, όπως ο γόρδιος. Αυτά τα βέλη, Άμλετ, κανείς δε μπορεί να τα αντέξει. Κανείς δε μπορεί να τα δεχτεί. Με τέτοιους όρους, πόσοι θα επαναστατήσουν κόντρα σε αυτά;
Μου έρχονται στο μυαλό στίχοι του Μιχάλη Κατσαρού (σ.σ. Όταν, από τη συλλογή Κατά Σαδδουκαίων) και σκέφτομαι πως ίσως είναι πια αργά για να ανοίξουμε το στόμα μας και να εκφραστούμε. Είναι αργά να πούμε ότι δε θα υποταχθούμε στην τρομερή εξουσία. Νομίζω πως ήμαστε παγιδευμένοι πια. Η μαμά μου, η οποία κατά πάσα πιθανότητα δε θα πάρει εφάπαξ ενώ δήλωνε στη φορολογική της δήλωση μέχρι και το τελευταίο ευρώ, λέει πώς νιώθει εξαπατημένη, προδωμένη. Νομίζω πως η δική μου γενιά νιώθει οργισμένη, αηδιασμένη με την πολιτική σαπίλα. Θυμάμαι την παρακάτω γελοιογραφία και αναρωτιέμαι: "Άραγε υπάρχει ελπίδα;"
Οι σκέψεις μου κάνουν κύκλο.
Άμλετ, ο πρίγκηπας της Δανίας. Και σκέφτομαι πλέον να μεταναστεύσω προς τη Δανία.
Άμλετ, ο πλέον αναποφάσιστος ήρωας του Shakespear. Εγώ, που πλέον έχω αποφασίσει. Ίσως πιο συνειδητά από ποτέ.
Ο Κ Βήτα βρισκόταν σίγουρα δεκαετίες μπροστά όταν έγραφε:
"Στην πίστα του αεροδρομίου έχει νυχτώσει
ένα εκατομμύριο αστέρια φωτίζουν ό,τι μ' έχει πληγώσει
ένας φίλος μου απόψε εγκαταλείπει αυτή τη χώρα
κατά βάθος λυπάται μα δε βλέπει και την ώρα που η ζωή του θ' αλλάξει
όταν τ' αεροπλάνα πετάνε
η γη απλώνεται και οι άνθρωποι ξεχνάνε"
Και όλα αυτά; Μέχρι ο "ένας φίλος" να γίνω εγώ.
[Και μιας και πρόκειται για μια ανάρτηση όπου κυριαρχούν οι παραφράσεις, ας μου επιτρέψει ο κύριος Γκάτσος μια τελευταία για το φινάλε...]
Καληνύχτα, Άμλετ.
Αυτή η χώρα δε θ' αλλάξει ποτέ.